- υποδηματοπωλείο
- το, Νκατάστημα πώλησης έτοιμων υποδημάτων.[ΕΤΥΜΟΛ. < υποδηματοπώλης. Η λ., στον λόγιο τ. ὑποδηματοπωλεῖον, μαρτυρείται από το 1896 στην εφημερίδα Ακρόπολις].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
υποδηματοπωλείο — το κατάστημα πώλησης έτοιμων υποδημάτων … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)